"Όλβιος εστί όστις ιστορίης έσχε μάθησιν"

Βυζαντινή Λάρισα

2014-04-11 14:32

Παλαιοχριστιανική περίοδος (4ος - 7ος αι. μ.Χ.)

Με την άνοδο του Μεγάλου Κωνσταντίνου στο θρόνο, τη μεταφορά της πρωτεύουσας του κράτους στην Κωνσταντινούπολη και την εγκαθίδρυση του Χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας, η Θεσσαλία εξακολουθεί να αποτελεί διοικητική επαρχία, η οποία διοικητικά υπάγεται στο Ανατολικό Ιλλυρικό και εκκλησιαστικά στον πάπα της Ρώμης. Οι σημαντικότερες πόλεις της αρχαιότητας στο νομό, όπως η Λάρισα και τα Φάρσαλα συνεχίζουν να ακμάζουν, ενώ μια σειρά από αρχαία αστικά κέντρα εξακολουθούν να αναφέρονται στις πηγές μέχρι το τέλος της περιόδου. 

Από το τέλος του 4ου αι. αρχίζει μια σειρά βαρβαρικών επιδρομών, που οδηγούν σε ερήμωση στην ύπαιθρο και δοκιμάζουν την αντοχή των οχυρωμένων θέσεων, αρκετές από τις οποίες ερειπώνονται. Στο πρώτο μισό του 6ου αιώνα, ο Ιουστινιανός αναλαμβάνει γενναία προσπάθεια ανακαίνισης αρκετών φρουρίων και τόνωσης της ζωής των πόλεων, ενώ ιδρύει και μια νέα οχυρωμένη πόλη στους πρόποδες του Κισσάβου, η οποία δεν έχει ταυτισθεί μέχρι στιγμής. 
Το σημαντικότερο νέο στοιχείο της περιόδου είναι η εξάπλωση του Χριστιανισμού. Όσον αφορά στην εξάπλωσή του στη Λάρισα, μεγάλη θεωρήθηκε κατά ορισμένες πηγές και η συμβολή του Αγίου Αχιλλίου, ίσως του πρώτου Επισκόπου της, για τον οποίο αναφέρεται ότι συμμετείχε στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο (324 μ.Χ.) και υπήρξε ιδρυτής αρκετών κοινωφελών ιδρυμάτων στην πόλη, ενώ επιμελήθηκε ο ίδιος τον τάφο του στο λόφο του φρούριου. 
Στην περιοχή του Λόφου του Φρουρίου ανασκάφηκε τα τελευταία χρόνια σημαντική παλαιοχριστιανική βασιλική του 6ου αιώνα κτισμένη πάνω σε 2 καμαροσκεπείς τοιχογραφημένους τάφους επίσημων προσώπων. Ένας από αυτούς μπορεί να συσχετισθεί με τον Άγιο Αχίλλιο, όπως προκύπτει από τις επιγραφές που βρέθηκαν επιτόπου καθώς και όσα παραδίδουν οι σωζόμενοι βίοι του. 

Εικόνα 4  Παλαιοχριστιανική Βασιλική λόφου φρουρίου

Άλλη μια μεγάλη παλαιοχριστιανική βασιλική, πιθανόν πεντάκλιτη, ανασκάφηκε στην οδό Κύπρου 22 και διατηρείται σε κατάχωση. Χρονολογείται στα τέλη του 4ου με αρχές 5ου αιώνα και υπήρξε το σημαντικότερο κτίριο της Λάρισας μετά την επικράτηση της νέας θρησκείας. Η βασιλική έφερε σημαντική ζωγραφική, αξιόλογο ψηφιδωτό, όπως το περίφημο ψηφιδωτό των παγονιών που βρέθηκε στο νάρθηκα, και γλυπτό διάκοσμο. Η κόγχη της βρέθηκε στην πλατεία Μπλάνα, ενώ το αίθριό της έφθανε μέχρι την οδό Ανδρούτσου. 

 

                     

                Εικόνα 5  Ψηφιδωτό παλαιοχριστιανικής βασιλικής Κύπρου

Πλήθος άλλων ευρημάτων της περιόδου, πολλά από τα οποία ανακαλύφθηκαν σε κοσμικά κτίρια, αποδεικνύουν ότι η Λάρισα υπήρξε ακμάζουσα πόλη στην παλαιοχριστιανική εποχή και σημαντικό καλλιτεχνικό κέντρο. 

Από εκκλησιαστική άποψη, η επισκοπή της Λάρισας από πολύ νωρίς ανυψώθηκε σε μητρόπολη, με υποτελείς όλες τις επισκοπές της Θεσσαλίας, τα όρια της οποίας έφθαναν τότε προς Νότο μέχρι την Υπάτη, ενώ προς Βορρά μέχρι τις πόλεις της σημερινής Δυτικής Μακεδονίας, Καισάρεια και Διοκλητιανούπολη. 
 

Κυρίως Βυζαντινή περίοδος (7ος - 13ος αι. μ.Χ.)

Την ακμάζουσα παλαιοχριστιανική περίοδο, κατά την οποία συνεχίζεται ως ένα σημείο η ζωή των αρχαίων θεσσαλικών πόλεων -διαφοροποιημένων ωστόσο υπό την επίδραση του χριστιανισμού- έρχεται να διακόψει από τα τέλη του 6ου αιώνα μια μεγάλη περίοδος ταραχών και αναστατώσεων, κατά την οποία οι πόλεις της Θεσσαλίας παύουν να αναφέρονται στις πηγές. Το φαινόμενο αυτό, που δημιουργήθηκε κατά μεγάλο μέρος από τις βαρβαρικές επιδρομές, χαρακτηρίζει ως ένα βαθμό και τις υπόλοιπες επαρχίες του βυζαντινού κράτους, γι’ αυτό και οι αιώνες 7ος και 8ος ονομάζονται σκοτεινοί αιώνες
Σημαντική αναστάτωση δημιουργείται από τις επιδρομές των σλαβικών φύλων, μέρος των οποίων εγκαθίσταται μόνιμα σε περιοχές της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες για το χρόνο και τις θέσεις εγκατάστασης τους, αλλά ένα από αυτά, οι Βελεγεζήται, αναφέρονται τον 8ο αιώνα στα παράλια του Παγασητικού κόλπου. Με την κατάλληλη πολιτική των βυζαντινών αυτοκρατόρων, οι Σλάβοι εκχριστιανίζονται και σταδιακά ενσωματώνονται στο ντόπιο πληθυσμό. 
Μετά τη διοικητική αναδιοργάνωση του κράτους για την αντιμετώπιση των νέων κινδύνων, η Θεσσαλία ανήκει πλέον στο Θέμα Ελλάδος για να επεκταθεί αργότερα προς Νότο. Κατά καιρούς, η Λάρισα αποτέλεσε την πρωτεύουσα του Θέματος κυρίως την εποχή των Βουλγαρικών πολέμων. Από τον 8ο αιώνα αρχίζει και η σύγχυση των πηγών όσον αφορά στην ονομασία της Θεσσαλίας, αφού ο όρος αυτός αποδίδεται πλέον στην περιοχή της Θεσσαλονίκης και ο χώρος της σημερινής Θεσσαλίας αναφέρεται ως Δευτέρα Θεσσαλία, ενώ από τον 12ο αιώνα και εξής, συχνά και ως Βλαχιά ή Μεγάλη Βλαχιά. 

Τον 10ο αιώνα σημειώνονται και άλλες καταστρεπτικές επιδρομές στη Θεσσαλία. Μία από αυτές, του 901 – 902 μ.Χ., σχετίζεται κατά πάσα πιθανότητα με Άραβες. 
Στη συνέχεια η Θεσσαλία απειλείται σοβαρά από τις αλλεπάλληλες επιδρομές των Βουλγάρων, οι οποίες κορυφώνονται τις δυο τελευταίες δεκαετίες του 10ου αιώνα με την κατάληψη της Λάρισας το 982 μ.Χ. από τον τσάρο Σαμουήλ, μετά από τρίχρονη πολιορκία και αιχμαλωσία των κατοίκων της. Τον ίδιο καιρό μεταφέρθηκαν και τα λείψανα του Αγίου Αχιλλίου από τη Λάρισα στην Πρέσπα, όπου κτίσθηκε ναός προς τιμή του. 
Για αρκετά χρόνια όλη η περιοχή υπέφερε πολλά δεινά μέχρι την ήττα των Βουλγάρων το 966 μ.Χ. από τον στρατηγό Νικηφόρο Ουρανό στη μάχη του Σπερχειού. 
Ακολουθεί μια εποχή ειρήνης και αναδιοργάνωσης του Βυζαντίου από τον αυτοκράτορα Βασίλειο Β’, ο οποίος φρόντισε μεταξύ των άλλων και για την ανόρθωση των κατεστραμμένων φρουρίων της Θεσσαλίας. 

Ο επόμενος σοβαρός κίνδυνος για τη Θεσσαλία εμφανίσθηκε από την εκστρατεία των Νορμανδών, την εποχή του αυτοκράτορα Αλεξίου Α’ Κομνηνού (1082- 1118 μ.Χ.). Ο ηγεμόνας των Νορμανδών, Βοημούνδος, λεηλάτησε την περιοχή και πολιόρκησε για μεγάλο διάστημα τη Λάρισα, αλλά αντιμετωπίσθηκε επιτυχώς με την εκστρατεία του Αλεξίου το 1083 μ.Χ. 

Από τον 9ο αιώνα και εξής, εκτός από τα γνωστά κέντρα Λάρισα, Φάρσαλα, Ελασσόνα εμφανίζονται στο προσκήνιο και νέες πόλεις στην περιοχή, όπως η Βέσαινα, που παλιότερα ταυτιζόταν με τον Αετόλοφο  Αγιάς και τελευταία με τον ερειπωμένο σήμερα κοντινό του οικισμό, Βαθύρεμα. Εδώ σώζεται η εκκλησία της Παναγίας με σημαντικές τοιχογραφίες σε περισσότερα από ένα στρώματα που χρονολογούνται στην περίοδο αυτή. Σημασία επίσης αποκτούν οι οχυρωμένες θέσεις. 

Από τον 12ο αι., και περισσότερο στην υστεροβυζαντινή περίοδο, αρχίζει να γίνεται φανερή η διάσπαση της κεντρικής οργάνωσης του κράτους και η εμφάνιση μικρών περιφερειών με διάφορα ονόματα, σύστημα με ιδιαίτερη διάδοση στη Θεσσαλία με τις τεράστιες πεδινές και εύφορες εκτάσεις, που προκαλούσαν τον ενδιαφέρον των ισχυρών της εποχής. 

Έτσι αναφέρονται η επίσκεψη Ρεβενίκου και Φαρσάλων, η επαρχία Βλαχίας, η επίσκεψη Δομοκού και Βεσαίνης και άλλες, οι οποίες αποτελούσαν στα 1204 ιδιοκτησία της αυτοκράτειρας, συζύγου του Αλεξίου Γ’ Κομνηνού

 

Υστεροβυζαντινή περίοδος (13ος- 14ος αι. μ.Χ.)

Το πρώτο μέρος της υστεροβυζαντινής περιόδου αποτελεί την εποχή της Φραγκοκρατίας, η οποία στη Θεσσαλία είναι σύντομη και διαρκεί λιγότερο από είκοσι χρόνια. Όταν το 1204 καταλύθηκε το βυζαντινό κράτος και η Κωνσταντινούπολη με το μεγαλύτερο μέρος της βυζαντινής επικράτειας περιήλθε στην εξουσία των Λατίνων Ιπποτών της Δ’ Σταυροφορίας, η Θεσσαλία αποδόθηκε στον βασιλέα της Θεσσαλονίκης Βονιφάτιο του Μομφερρά, ο οποίος την κατέλαβε χωρίς αντίσταση και εγκατέστησε λατινική εξουσία στις πόλεις. 
Στη Λάρισα τοποθετήθηκε ως ηγεμόνας, ο Λομβάρδος ευγενής Γουλιέλμος, ο οποίος πρόσθεσε στον τίτλο του την προσωνυμία ντι Λάρσα. 

Οι αναστατώσεις της περιόδου αυτής προέρχονται κυρίως από τις συγκρούσεις των Λατίνων Ιπποτών μεταξύ τους, όπως η στάση των Λομβαρδών της Λάρισας το 1209 και η κατάπνιξη της από τον αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης Ερρίκο. Σημαντικές έριδες πυροδότησε επίσης και η επέμβαση του Πάπα, ο οποίος εγκατέστησε καθολικούς ιερωμένους ως επικεφαλής των επισκοπών, γεγονός που προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις καθώς και διεκδικήσεις οικονομικού χαρακτήρα για την εκμετάλλευση των εύφορων εκτάσεων της εκκλησιαστικής και μοναστικής περιουσίας. 
Τις ταραχές αυτές εκμεταλλεύθηκαν οι ηγεμόνες του ανεξάρτητου βυζαντινού κράτους της Ηπείρου και άρχισαν την σταδιακή προσάρτηση της Θεσσαλίας, η οποία ολοκληρώθηκε το 1224 με την κατάλυση του φραγκικού κρατιδίου της Θεσσαλονίκης. Από την εποχή αυτή οι τύχες της Θεσσαλίας συνδέθηκαν στενά με αυτές του κράτους της Ηπείρου από το οποίο θα αποσπασθεί αργότερα για να αποτελέσει ανεξάρτητο κρατίδιο με κέντρο την Υπάτη και πρώτο ηγεμόνα τον Ιωάννη Α (1268/70- 1289/90), νόθο γιο του Μιχαήλ Β’ της Ηπείρου. 

Κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα και άλλοι ξένοι λαοί θα εισβάλλουν στη Θεσσαλία και πάντοτε χωρίς να συναντήσουν οργανωμένη αντίσταση, όπως οι Καταλανοί, οι οποίοι θα την λεηλατήσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα από το 1304 και εξής- ενώ ορισμένα εδάφη, όπως το φρούριο στο Καστρί, θα παραμείνει για πολλές δεκαετίες στην κατοχή τους. Αργότερα εμφανίζονται οι Σέρβοι, που θα αρχίσουν σταδιακά την κατάληψη της περιοχής από το 1342 για να ιδρύσουν τελικό ιδιαίτερο κρατίδιο από το 1348 με έδρα τα Τρίκαλα. 

Σ’ όλη αυτή την εποχή, η Θεσσαλία περιήλθε για μικρές μόνον χρονικές περιόδους στην κατοχή του επίσημου βυζαντινού κράτους, οι οποίες δεν αρκούσαν για την αποκατάσταση της εξουσίας του, που είχε κλονισθεί σοβαρά ήδη από τον 12ο αιώνα με την αύξηση της δύναμης των μεγάλων γαιοκτημόνων. Αυτοί έγιναν σταδιακά κυρίαρχοι των καλύτερων εδαφών της Θεσσαλίας -με προεξάρχουσες τις αρχοντικές οικογένειες των Μαλιασσηνών στην Ανατολική Θεσσαλία και των Γαβριηλόπουλων στη Δυτική Θεσσαλία. 

Εκτός από τους παραπάνω γαιοκτήμονες που απέκτησαν τις ακίνητες περιουσίες τους αρχικά με αυτοκρατορική παραχώρηση, τεράστιες εκτάσεις γης με ολόκληρα χωριά βρίσκονταν στην κατοχή των μεγάλων μοναστηριών όλο το διάστημα από τη Φραγκοκρατία μέχρι την έναρξη της Τουρκοκρατίας το 1396. Η έλλειψη κεντρικής εξουσίας στη Θεσσαλία, οι έριδες των ευγενών μεταξύ τους, η καταπίεση του πληθυσμού και η ερήμωση της υπαίθρου θεωρούνται από τις βασικές αιτίες που διευκόλυναν την τουρκική εγκατάσταση στη Θεσσαλία που άρχισε από το 1393 και διήρκεσε συνολικά 500 περίπου χρόνια. 

Παρ’ όλες τις αναστατώσεις και την πολιτική παρακμή της περιόδου, υπήρχε ζωή στις πόλεις και πολιτιστική δημιουργία η οποία εκδηλώθηκε κυρίως με την ίδρυση και ανακαίνιση πολλών ναών και μοναστικών ιδρυμάτων, φαινόμενο που χαρακτηρίζει γενικότερα την Παλαιολόγεια περίοδο. 

Από καλλιτεχνική άποψη, το σημαντικότερο μνημείο της περιόδου στον σημερινό νομό της Λάρισας, και το μοναδικό που διασώθηκε ακέραιο, είναι η μονή της Ολυμπιώτισσας στην Ελασσόνα που ιδρύθηκε στο τέλος του 13ου αιώνα. Στις πόλεις δυστυχώς δεν σώθηκαν μνημεία διότι καταστράφηκαν από την έντονη οικονομική δραστηριότητα των Τούρκων κατά την επόμενη περίοδο.

Πηγή: 
Σδρόλια Στ., Δρ Βυζαντινής Αρχαιολογίας - Αρχαιολόγος 7ης ΕΒΑ. 
ΤΕΔΚ Νομού Λάρισας, Οδηγός Νομού Λάρισας, Λάρισα 1998

© 2014 Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα

Φτιάξε δωρεάν ιστοσελίδαWebnode